Ερχόταν πίσω μου. Δεν είχα καταλάβει το γιατί. Μ' ακολουθούσε έχοντας την τυρόπιττα στο στόμα. Πέρασα δρόμους, έφτασα στο πάρκο, φωτογράφησα, έφυγα, πίσω μου αυτό!
Εκεί στα φανάρια με κοίταζε! Τότε κατάλαβα!
"'Ελα" του είπα. "Τώρα περνάμε!"
Μ' άκουσε, περάσαμε μαζί, εγώ έπρεπε να περάσω στον απέναντι δρόμο.
"Έλα" του λέω πάλι. "Εγώ πάω από κει! Εσύ που πας; Που είναι η κρυψώνα σου να σε πάω;"
Εκείνο με κοίταζε στα μάτια. Δεν ήξερα τι να κάνω. Μετά από δυο τρία πράσινα φανάρια, αποφάσισα να περάσω, γιατί ήδη είχα αργήσει.
"Πάμε!" του κάνω αποφασιμένη.
Ξεκινάει να μ' ακολουθήσει, πέρασε αστραπιαία μια μηχανή, κόντεψε να πατήσει κι εμένα, βρέθηκα απέναντι να ψάχνω για το σκυλί!
Ευτυχώς, είχε μείνει εκεί κι αποφάσισε να φάει τότε την τυρόπιττά του, παρόλο που ήταν χορτάτος!
Πήγε η καρδιά μου στη θέση της κι έφυγα!